- αεροκύστη
- η Βοτ.κύστη γεμάτη αέρια, κυρίως άζωτο, που υπάρχει στον θαλλό ορισμένων φυκών (κυρίως φαιοφυκών) και χρησιμεύει ως πλωτήρας έτσι, ώστε τα φυτά αυτά να διατηρούνται όρθια μέσα στο νερό.[ΕΤΥΜΟΛ. Ελληνογενές < αήρ, -έρος + κύστη, πρβλ. αγγλ. aerocyst].
Dictionary of Greek. 2013.